Το έθιμο της καμήλας και της Μανιώς.

Κάθε χρόνο, πλην των τελευταίων δύο χρόνων εξαιτίας του κορονοϊού, γιορτάζεται στη Γαλάτιστα το έθιμο της καμήλας.

Ένα έθιμο που παραμένει ανεξίτηλο στο χρόνο και μας θυμίζει τι έκαναν οι πρόγονοί μας. Θεωρώ ότι αξίζει να πουμε λίγα λόγια

για το συγκεκριμένο δρώμενο – έθιμο.

Το έθιμο της Μανιώς πραγματοποιείται στη Γαλάτιστα Χαλκιδικής εδώ και πάρα πολλά χρόνια, χωρίς να γνωρίζουμε την ακριβή χρονολογία που αναβίωσε το δρώμενο. Κάθε χρόνο στις 5, 6 και 7 Ιανουαρίου, οι κάτοικοι του χωριού, συντροφιά με πολλούς επισκέπτες αναβιώνουν τις κουδούνες, την καμήλα και το γάμο της όμορφης Γαλατσάνας. Οι απόψεις για το πότε ακριβώς συνέβη η αρπαγή της Μανιώς, το κόλπο της καμήλας και τα όσα ακολούθησαν διίστανται. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι έλαβε χώρα στα τέλη του 19ου αιώνα, ενώ κάποιοι άλλοι την αυγή του 20ου αιώνα. Το σίγουρο είναι βάση της παράδοσης αλλά και του δημοτικού τραγουδιού που έχει γραφεί και τραγουδηθεί από γενιά σε γενιά, τη Μανιώ την άρπαξε ο Τούρκος γιος του τσαούση (επιτρόπου) της περιοχής, παρά τις αντιδράσεις του πατέρα του. Στη συνέχεια ο αγαπημένος της, μαζί με τους φίλους του μεταμφιέστηκαν και κρύφτηκαν κάτω από ένα ομοίωμα καμήλας και την έκλεψαν, αφού πρώτα ξεγέλασαν και μέθυσαν τους φρουρούς της. Την επομένη, για να μην αντιδράσουν οι Τούρκοι, ανήμερα του Αϊ-Γιάννη, τελέστηκε ο γάμος των δυο ερωτευμένων.

Η κατασκευή της καμήλας από τα πρώτα χρόνια αναβίωσης του εθίμου ήταν μια ιεροτελεστία. Μικροί και μεγάλοι, την παραμονή των Θεοφανείων, είχαν πολλή δουλειά. Όλοι συμμετείχαν για να φτιάξουν το ομοίωμα. Τον πρώτο καιρό η καμήλα ήταν πάρα πολύ βαριά, γι’ αυτό και χρειάζονταν πολλά άτομα για να τη μεταφέρουν σ’ όλο το χωριο. Αυτός είναι ο λόγος που τα πρώτα χρόνια την κουβαλούσαν έξι άντρες, ενώ αργότερα μειώθηκε σε τρεις λόγω του ότι ο κορμός από ξύλο αντικαταστάθηκε από πλαστικό και το τρίχωμα από λεπτό ύφασμα.

Η καμήλα βγαίνει μετά τον αγιασμό των υδάτων, την ημέρα των Θεοφανείων. Τη μεταφέρουν τρεις νέοι, οι λεγόμενοι «καμλάρηδες» οι οποίοι είναι ο ένας πίσω από τον άλλο, κρυμμένοι κάτω από την καμήλα και τα σαγίσματα. Γέρνουν πότε αριστερά, πότε δεξιά. Χτυπούν κουδούνια, χορεύουν και κάποιες φορές χαμηλώνουν για ν’ ανέβει ο καμηλιέρης.

Μπροστά από το ομοίωμα χορεύουν οι Τζαμαλαροί* που είναι ντυμένοι φουστανελάδες, και κρατούν στα χέρια τους κρασί και τραγουδούν το δημοτικό της Μανιώς.

Παλαιότερα οι Τζαμαλαροί ή Τζαμαλάρηδες φορούσαν μάσκα βρίσκοντας έτσι την ευκαιρία να μπουν στα σπίτια και να κλέψουν λουκάνικα ή άλλα αγαθά, οπότε τους απαγορεύτηκε να κρύβουν το πρόσωπό τους.

Γυρνούσαν στις γειτονιές, όπου τους περίμεναν οι νοικοκυρές και τους κερνούσαν ούζο ή κρασί συνοδευόμενο με μεζέ, αφού πρωτύτερα χόρευαν ένα γύρο μαζί τους. Προτού φύγουν από το σπίτι τους κρεμούσαν λουκάνικα, άλλα αγαθά ή και φιλοδωρήματα.

Μέχρι το 1930 στόλιζαν δυο καμήλες, μία η κάθε ενορία. Οι ενορίτες της Παναγίας ονομάζονταν «Σκαλιουτάδες», ενώ οι ενορίτες του Αγίου Γεωργίου «Μαζιουτάδες». Όταν γυρνούσαν όλο το χωριό συναντιούνταν στο παζάρι όπου γινόταν μεγάλο γλέντι.

Τα νεότερα χρόνια το έθιμο αναβιώνει με τη συμμετοχή όλο και περισσότερου κόσμου λόγω της διάδοσης του εθίμου, αλλά και της συνδρομής του Διευρυμένου Δήμου Πολυγύρου, που ανήκει πλέον και η Δημοτική Ενότητα του Ανθεμούντα.

Στις 5 του Γενάρη γυρνούν νέοι με κουδούνια όλο το χωριό και ετοιμάζουν την καμήλα. Στις 6 Ιανουαρίου, ανήμερα των Θεοφανείων, η καμήλα μετά τον αγιασμό των υδάτων και τον εκκλησιασμό των πιστών γυρνάει σ’ όλο το χωριό προκαλώντας κέφι, χαρά, γέλιο και διασκέδαση όλη τη μέρα. Στις 7 Ιανουαρίου τελείται το μυστήριο του γάμου παίρνοντας τη θέση της Μανιώς ένας νέος, ο οποίος ντύνεται νύφη με έντονο βάψιμο των χειλιών. Όλοι μαζί: γαμπρός, νύφη, κουμπάρος, παράνυφοι, ντόπιοι και ξένοι διασκεδάζουν, πίνουν και χορεύουν. Όταν γυρίσουν όλο το χωριό, συγκεντρώνονται στο παζάρι όπου το γλέντι συνεχίζεται μέχρι το πρωί.

Γράφει ο  Χρήστος Φυλαχτός,

Απάντηση