Ο Ηλεκτροφωτισμός της Αρναίας το 1934(26 χρόνια πριν τη ΔΕΗ), οι οκτώ Λανάρες και η ιστορία τους
Αξιοσημείωτο άρθρο του τέως Δημάρχου Αρναίας κ. Αστέριου Θ. Καραστέργιου που δημοσιεύτηκε στον ΠΑΓΧΑΛΚΔΙΚΟ ΛΟΓΟ τεύχος 59 (Απρίλιος – Μάιος- Ιούνιος 2024) και αναφέρει ότι στις αρχές του 20ου αιώνα, πριν την έλευση της ΔΕΗ, ο Κατάκαλος Κ. Κατακάλου, μια εμβληματική και πρωτοποριακή μορφή της Αρναίας, κατάφερε να φέρει ηλεκτρικό ρεύμα στον οικισμό. Με όραμα και ευρηματικότητα, ξεκίνησε την παροχή ηλεκτρικής ενέργειας μέσω ενός αλευρόμυλου, αρχικά υδροκίνητου και στη συνέχεια με πετρελαιοκινητήρα και ηλεκτροκίνηση. Για περίπου 25 χρόνια, μονοπώλησε την ηλεκτρική παροχή της περιοχής, σηματοδοτώντας μια τοπική «τεχνολογική επανάσταση» Το 1927 πρωτοστάτησε στη βιομηχανοποίηση της κατεργασίας και παραγωγής μάλλινης κλωστής, δημιουργώντας την πρώτη «Λανάρα» της περιοχής με σύγχρονο μηχανολογικό εξοπλισμό. Οι πρωτοβουλίες του συνέβαλαν καθοριστικά στην οικονομική και βιομηχανική άνθηση της Αρναίας, η οποία εξελίχθηκε σε κλωστοϋφαντουργικό κέντρο της Χαλκιδικής για περισσότερα από 50 χρόνια.
ΟΙ ‘ΛΑΝΡΕΣ’ ΤΗΣ ΑΡΝΑΙΑΣ
«ΜΙΑ ΑΠΣΤΕΥΤΗ ΚΑΙ ΣΕ ΠΟΛΛΟΣ ΓΝΩΣΤΗ “ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ
ΕΠΑΝΣΤΑΣΗ” ΣΤΗΝ ΑΡΝΑΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΝ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ»
Κατάκαλος Κ. Κατακάλου. Μια εμβληματική μορφή, ένας ευρηματικός, ανήσυχος και πανέξυπνος “Γαλατσιάνος” την δεκαετία του 1930, ξεχωρίζει, πρωτοπορεί και μεγαλουργεί στην Αρναία. Μονοπωλεί για είκοσι πέντε (25) περίπου χρόνια, πριν την ΔΕΗ την παροχή οικιακού ηλεκτρικού ρεύματος στον οικισμό! Οργανώνει και λειτουργεί τον πρώτο αλευρόμυλο με τουρμπίνα αρχικά και υδροκίνηση (με το νερό του πλάτανου) και μετά με πετρελαιοκινητήρα και ηλεκτροκίνηση.
Παράλληλα κάνει την «επανάσταση» στον χώρο της υφαντικής. Στήνει και λειτουργεί στην Αρναία, την πρώτη «Λανάρα» (μικρό εργοστάσιοκλωστοϋφαντουργίας). Αλλάζει τα δεδομένα. Καταργεί με την κίνηση του αυτή σε μεγάλο βαθμό, τα χειροκίνητα λανάρια και εν πολλοίς, υποκαθιστά τους κατασκευαστές (λαναράδες), ενώ παράλληλα συμβάλλει σημαντικά στην τοπική οικονομία.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Στις αρχές του 19ου αιώνα μαζί με την 2η Βιομηχανική επανάσταση, ξεκίνησε στην Ελλάδα η ηλεκτροδότηση των μεγάλων πόλεων. Μέχρι το 1929 έχουν ηλεκτροδοτηθεί 250 περίπου πόλεις άνω των 5.000 κατοίκων. Ο Κατάκαλος, ο διορατικός και πρωτοπόρος αυτός “Γαλατσιάνος”, το 1927, έκανε πρόταση στην τότε Κοινότητα Λιαρίγκοβης, να αναλάβει αυτός, την ηλεκτροδότηση της κωμόπολης.
Για άγνωστους λόγους, η πρόταση ηλεκτροδότησης δεν έγινε αποδεκτή!
Αντ’ αυτής όμως, έγινε συμφωνία με την τότε κοινότητα, να μπορεί να χρησιμοποιεί αυτός, το νερό της πλατείας για παραγωγή ενέργειας.
(Μέχρι τότε, το νερό του πλάτανου έτρεχε ελεύθερα στο καλντερίμι προς τον Άγιο Στέφανο και πότιζε τους κήπους κάτω από το παλιό νεκροταφείο). Έτσι περίπου, ξεκινά το 1927, η πρώτη επένδυση του Κατάκαλου στην Αρναία! Ίδρυση και λειτουργία σύγχρονου αλευρόμυλου με την αξιοποίηση του νερού του πλάτανου! (Μέχρι τότε η Αρναία είχε δύο υδρόμυλους, το μύλο του Καφετζή και τον μύλο του Ζυγούρη). Ως επιχειρηματίας, ήταν έμπειρος σ’ αυτή την δραστηριότητα, καθώςστην γενέτειρά του την Γαλάτιστα, είχε στήσει και ήδη λειτουργούσε ένα αλευρόμυλο με γεννήτρια (πετρελαιοκίνηση).
Από εδώ και κάτω αρχίζουν κάποιες συμπτώσεις που μόνο τυχαίες δεν είναι και έμελλε να σημαδέψουν ανεξίτηλα την πορεία και την νεότερη ιστορία της Αρναίας. Στην Γαλάτιστα υπεύθυνο μηχανικό ο Κατάκαλος, είχε ένα νεαρό πανέξυπνο και
ανήσυχο Σμυρνιό, τον Ιωάννη Σ. Κουλουμπή.
Αυτός το 1922, μετά την Μικρασιατική καταστροφή δεκατετράχρονο τότε παιδί με ξεκληρισμένη την οικογένεια του, βρέθηκε με την Ευδοκία την μητέρα του και την
αδελφή του, την Φιλίτσα, στηνΘεσσαλονίκη. Την επόμενη χρονιά, πεθαίνει η αδελφή του και ο ίδιος πηγαίνει για καλύτερη τύχη στην Αθήνα. Εκεί σπούδασε ηλεκτρομηχανολόγος σε δημόσια κρατική σχολή, επιστρέφει στην Θεσσαλονίκη και προσλαμβάνεται άμεσα από τον επιχειρηματία Κατάκαλο στον μύλο του, στην Γαλάτιστα.
Ο Κατάκαλος, το 1927, πουλάει τον μύλο του, στην οικογένεια Αβέρη και δραστηριοποιείται, επαγγελματικά πλέον, όπως είπαμε και πιο πάνω, στην Αρναία. Μαζί με
την δυναμική Γερμανίδα γυναίκα του, την κ. Βαλερύ, έρχεται στην ‘αρχόντισσα του Χολομώντα’, με τον μηχανικό του, τον Ιωάννη Σ. Κουλουμπή. Οργανώνει και στήνει τον αλευρόμυλο και προσλαμβάνει ως μυλωνά, τον Γραμμένο Π. Γραμμένο.
Παράλληλα, επειδή γνωρίζει καλά ότι, στην Αρναία δεν υπάρχει σπίτι χωρίς έναν ή δύο αργαλειούς και η οικιακή οικοτεχνία της κατεργασίας μαλλιού και της κατασκευής των περίφημων υφαντών της Αρναίας, ξεπερνά τα στενά τοπικά όρια και γνωρίζει ημέρες δόξας,
ποντάρει και επενδύει και σ’ αυτή την δραστηριότητα.
Επιχειρεί πρώτος αυτός, το 1927, την βιομηχανοποίηση της κατεργασίας και παρασκευής μάλλινης κλωστής. Για τον σκοπό αυτό, προμηθεύεται ένα πετρελαιοκινητήρα, μία γεννήτρια ρεύματος, ένα μηχάνημα αρχικής ξέσης του μαλλιού (λύκο), λανάρα, λαναροφυτιλιέρα, κλωστήριο μασουρίστρα με 40 αδράχτια, ανέμη και με τον κατάλληλο, αυτό μηχανολογικό εξοπλισμό, οργανώνει την πρώτη “Λανάρα” στην Αρναία.
Το 1934, νέα πρότασή του, προς τους υπεύθυνους, βρίσκει ανταπόκριση και συμφωνεί με την τότε Κοινότητα Αρναίας (πρόεδρος Αλέξανδρος Αλεξάνδρου), τον ηλεκτροφωτισμό του οικισμού. Προμηθεύεται δύο μεγάλες πετρελαιογεννήτριες, Γερμανικής προέλευσης
(η μία ήταν μάρκας Γκρόσλετ και η άλλη Δίνγκλερ), στήνει το εργοστάσιο ηλεκτροπαραγωγής και προχωράει στην εγκατάσταση δικτύου διανομής ρεύματος
στα σπίτια (μία-έως δύο λάμπες αρχικά, μόνο για φωτισμό) επίσης φροντίζει τον ηλεκτροφωτισμό των κοινόχρηστων χώρων του οικισμού. Υπεύθυνος αρχιμηχανικός, όλου του ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού (Αλευρόμυλου, Λανάρας και εργοστασίου ηλεκτροπαραγωγής), είναι ο Ιωαν. Κουλουμπής. Ηλεκτρολόγοι
οι Κωνσταντίνος Αποστολάρας, Αστέριος Κριαρής, Χριστόφορος Ζωγράφος, Γεώργιος Ματζώλης και Μανώλης Κάρτας από την Γαλάτιστα.
Υπεύθυνος λογιστηρίου και συνάμα, εισπράκτορας των τελών φωτισμού του Κατάκαλου για πολλά χρόνια ήταν ο γερμανομαθής, Θεόδωρος Μαντζώλης. Το 1937, αδειοδοτείται από την Κυβέρνηση για δέκα χρόνια ο ηλεκτροφωτισμός της Αρναίας, αποκλειστικά, απ’ αυτόν και εκδίδεται Υπουργική απόφαση που καθορίζει την τιμή της κιλοβατώρας. (ΦΕΚ αριθ. Φύλλου 47 ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ 10 Φεβρ.1937).
Η επιχείρηση τώρα του Κατάκαλου είναι τρισυπόστατη. Σε ένα κοινό χώρο, λειτουργούν ταυτόχρονα τρείς διαφορετικές επιχειρήσεις. Ο αλευρόμυλος και η λανάρα την ημέρα και από την δύση του ήλιου μέχρι στις 12.00 μ.μ, η ηλεκτροπαραγωγή και ο φωτισμός του
οικισμού. Το τοπίο μέσα στο εργοστάσιο στις περιόδους έντασης, ήταν μια πραγματική Βαβυλωνία. Εικόνες μοναδικές και εμπειρίες πρωτόγνωρες, για όσους τις έζησαν. Σκόνη από το αλεύρι και το μαλλί, λάδια, εργαλεία, τσουβάλια, πρώτες ύλες κατεργασμένες και ακατέργαστες, κρότοι κάθε λογής, άνθρωποι δεξιά και αριστερά, φωνές, ένταση, μυρουδιές από πετρέλαιο και λιπαντικά. Τα μαλλιά μεταφέρονταν στο εργοστάσιο κυρίως
με τα ζώα. Αργότερα, ιδιαιτέρως για πελάτες που έμεναν μακριά, χρησιμοποιούνταν μεγάλα σακιά (χαρέλια) που τα έδεναν στην κορυφή των 24 θέσεων λεωφορείων του ΚΤΕΛ. Το συγκρότημα που διέθετε υποδειγματική, για την εποχή του, οργάνωση, κινούνταν κατ’ ανάγκη σε μονοπωλιακή βάση, αφού σε ολόκληρη την Επαρχία Αρναίας (όπου και τα σημερινά όρια του νεόκοπου δήμου ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ), αλλά και σε όλη τη γειτονική της περιφέρεια, δεν υπήρχε κάτι όμοιο.
Πρόδρομος και πρωτοπόρος της τεχνολογικής επανάστασης στον τόπο μας ο Κατάκαλος Κ. Κατακάλου. Χάραξε δρόμους και άνοιξε νέες προοπτικές για τον τόπο!!!
Ο Ιωάννης Κουλουμπής, ήδη πολιτογραφήθηκε τα προηγούμενα χρόνια Αρναιώτης, καθώς συνδέθηκε με την ιστορική οικογένεια Γερογιάννη, με τον γάμο του (το 1941), με την Αικατερίνη Γερογιάννη και κουμπάρο τον Κατάκαλο. Το 1954 αποδεσμεύεται από τον μέντορα του, ανοίγει τα ‘φτερά’ και οργανώνει συνεταιρικά με τον Νικόλαο Κ. Μαχαιρά την δική τους ‘Λανάρα’. (απέναντι από το εξοχικό κέντρο “Ελβετία”). Οι δουλειές πάνε καλά και σε λίγα χρόνια οι δύο συνέταιροι ανεξαρτητοποιούνται και δημιουργούν ο κάθε ένας την δική του ‘Λανάρα’. Ο Κουλουμπής σε δικό του ιδιόκτητο κτίσμα πλάι στον ακάλυπτο τότε χείμαρρο στου ‘Δαδώλη το λάκκο (Σούπερ μάρκετ της ΕΝΩΣΗΣ σήμερα), το 1957, οργανώνει την δική του ‘Λανάρα’ και το 1959 στον ίδιο χώρο, οργανώνει και λειτουργεί και το μοναδικό στην ευρύτερη περιοχή, κινηματοθέατρο ‘ΟΛΥΜΠΙΑ’ που έγραψε, την δική του λαμπρή ιστορία στα πολιτιστικά δρώμενα του τόπου. Το 1963 το εργοστάσιο (λαναροκλωστήριο Κουλουμπή) μεταφέρεται στην πλατεία Γερογιανναίων σε ιδιόκτητο κτίσμα, σ’ αυτό που λειτουργεί σήμερα το παραδοσιακό καφενείο ‘Λανάρα’.
Παράλληλα ο Νικόλαος Μαχαιράς με τον γιο του Κωνσταντίνο, μεταφέρουν την δεκαετία του 1960, την επιχείρησή της δικής τους ‘Λανάρας’, σε ιδιόκτητο κτίσμα, σε επαφή με τον αύλειο χώρο του Δημοτικού σχολείου, όπου και παραμένουν μέχρι την δεκαετία του 1980.
Οι υφάντρες και οι αργαλειοί της Αρναίας δουλεύουν ασταμάτητα και μεγαλουργούν. Οι Άγγελος Χ. Λαλιώτης και ο Γεώργιος Ι. Αδαμίδης με μηχανήματα που προμηθεύονται από την Νάουσα – που τότε μεσουρανούσε στην κλωστοϋφαντουργία – ανοίγουν το 1957, την δική τους ‘Λανάρα’ κοντά στις “Νίνας την στροφή”. Το 1959 με την έλευση της ΔΕΗ, εξαγοράζεται η επιχείρηση ηλεκτροφωτισμού του Κατάκαλου και επίσημος πάροχος αναλαμβάνει από το 1960 η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού.
Ο Γεώργιος Β. Κεχαγιάς το 1959 αγοράζει και λειτουργεί με τα παιδιά του την λανάρα του Κατάκαλου. Στην συνέχεια αυτή μένει στον ένα του γιο τον Ιωάννη, ενώ ο άλλος αδελφός ο Βασίλης ανοίγει το 1974 την δική του λανάρα (απέναντι από το εξοχικό κέντρο ΡΕΜΒΗ). Το 1979 την εμπλουτίζει με μηχανοκίνητους αργαλειούς και μέχρι το 1999 παράγει βιομηχανοποιημένα υφαντά (πλανκέτες, κουβέρτες, κουβερτόνια κ.λ.π)
Σ’ αυτή την μικρή βιομηχανική επανάσταση της Αρναίας έρχεται να προστεθεί την δεκαετία του 1960 και μια άλλη ‘Λανάρα’ και υφαντουργείο, αυτό του Αλέκου Κάτσιου στις “Καραγιάννενας τον λάκκο”.
Μ’ αυτή την δυναμική, η Αρναία μετατρέπεται γρήγορα από το 1927 έως το 1980, για 50 και πλέον χρόνια σε ένα μεγάλο κλωστοϋφαντουργικό κέντρο και μονοπωλεί την κατεργασία του μαλλιού σ’ όλη την Χαλκιδική. Η πρώτη ύλη έρχεται απ’ όλα τα χωριά της Χαλκιδικής, για να φύγει έτοιμη κλωστή για τις ανάγκες των κατοίκων τους. Παράλληλα, η ποσότητα, η ποιότητα και η δυνατότητα μαζικής παραγωγής, δίνει και μεγάλη ώθηση στο εμπόριο. Πολλές οικογένειες Αρναιωτών (Αφοί Λαλιώτη, Αδαμίδη, Αποστολούδα, Ταμπάκη κ.α), πέρα από την πατροπαράδοτη εμπορία των Αρνιώτικων υφαντών που έκαναν διαχρονικά, εμπορεύονται και πρωτογενώς, τα προϊόντα της ‘Λανάρας’ και μαζί με τα υφαντά τα προωθούν σε πανελλαδικό επίπεδο, φέρνοντας πλούτο στον τόπο. Σ’ όλες τις μεγάλες εμποροπανηγύρεις της χώρας, από τα Γιάννενα, την Παραμυθιά (Λάμποβο), τα Γρεβενά την Λάρισα, την Χαλκίδα, την Νιγρίτα, τις Σέρρες, την Δράμα, την Ξάνθη κ.α, οι έμποροι της Αρναίας μονοπωλούν και πρωτοπορούν. “Το αγώγι όμως ξυπνά τον αγωγιάτη”.
Αυτό είχε ως επακόλουθο να αναπτυχθούν παράλληλα και άλλες εμπορικές δραστηριότητες, αυτές της βαφής των νημάτων (οικογένειες Βογιατζή, Ζωγράφου, Αδαμίδη, Αποστολούδα κ.α), με σημαντικό οικονομικό αντίκτυπο για τον τόπο.
Καθώς όμως αναφερόμαστε στις ‘Λανάρες’, ας πάρουμε μια ιδέα της λειτουργίας, της κατεργασίας του μαλλιού και των προϊόντων που παρήγαγαν. Το μαλλί πλυμένο-στεγνωμένο και καθαρό, αφού είχε υποστεί και την πρώτη κατεργασία καθαρισμού-από ξένα σώματα-με το χέρι, έρχονταν στην λανάρα σε μεγάλα τσουβάλια (χαρέλια). Το πρώτο στάδιο μηχανικής κατεργασίας γινόταν στο μηχάνημα που είχε την χαρακτηριστική ονομασία ’λύκος’, ίσως γιατί, ‘ξέσχιζε’ όπως ο λύκος το θήραμα του, τα μπερδεμένα από την κουρά των ζώων, το πλύσιμο και το στέγνωμα, πλοκάμια του μαλλιού και έκανε έτσι, το πρώτο ‘χτένισμα’- ξεχώρισμα και παραλληλισμό της τρίχας. Στην επόμενη φάση, στο καθ’ αυτό ‘χτένισμα’ (λανάρισμα), το μαλλί περνούσε με χειροκίνητη τροφοδοσία, στην λανάρα. Στην έξοδό του από την λανάρα, το ομογενοποιημένο πλέον μαλλί, είχε την μορφή ενός ανάλαφρου παπλώματος, πάχους 5εκ. περίπου και πλάτους, 1,5 μέτρου, που το ονόμαζαν ‘πλάκα’. Η ‘πλάκα’, τροφοδοτούσε το επόμενο μηχάνημα, την ‘λαναροφυτιλιέρα’, που διαχώριζε και μετέτρεπε το ‘πάπλωμα’ αυτό, σε φυτίλι. Το φυτίλι ήταν η πρώτη φάση, για την διαμόρφωση της κλωστής. Ήταν σαν ένα χαλαρό κορδόνι με κυλινδρική μορφή και διατομή περίπου 2 εκ. που έβγαινε από το μηχάνημα αυτό, σε μικρές κουλούρες – τα ‘τλούπια’ όπως τα έλεγαν- διαμέτρου 30-35 εκ. και πάχους 8-10εκ. Στην συνέχεια οι κουλούρες αυτές με το φυτιλάκι, πήγαιναν στο κλωστήριο όπου με δεξιόστροφη περιστροφή, μετατρέπονταν – ανάλογα της ανάγκης και της παραγγελίας – σε χοντρή, μέτρια ή ψηλή κλωστή. Αν η κλωστή προορίζονταν για ‘στημόνι’ το κλώσιμό της γινόταν αντίστροφα δηλαδή αριστερόστροφα, για να μην ξεφτίζει στην ύφανση. Ενδεικτικό τιμολόγιο της λανάρας Κουλουμπή το 1954 ήταν το παρακάτω: Πλάκα 4δρχ./οκά-Φυτιλάκι 8 δρχ./οκά-Κλωστές 12 δρχ./οκά-Στημόνι 14 δρχ./οκά.
ΑΣΤΕΡΙΟΣ Θ.ΚΑΡΑΣΤΕΡΓΙΟΣ
τ. Δήμαρχος Αρναίας











To ergoxalkidikis.gr θεωρεί δικαίωμα του κάθε αναγνώστη να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, τονίζουμε ρητά ότι αυτό δε σημαίνει ότι υιοθετούμε τις απόψεις αυτές, καθώς αυτές εκφράζουν τον εκάστοτε χρήστη, σχολιαστή ή αρθρογράφο.