Αβοκάντο, μάνγκο και μπανάνα παρουσιάζουν αυξημένη ζήτηση στην αγορά και εξασφαλίζουν ικανοποιητικό εισόδημα στους παραγωγούς
«Εξωτική» πηγή εισοδήματος υπόσχονται τρία τροπικά φρούτα, η καλλιέργεια των οποίων εμφανίζει θετικές προοπτικές ανάπτυξης στη χώρα μας.
Με τη ζήτηση για φρούτα όπως…
το αβοκάντο, η μπανάνα και το μάνγκο να αυξάνεται σταθερά τα τελευταία χρόνια, πολλοί Ελληνες καλλιεργητές, ελλείψει επιδοτήσεων για τις συμβατικές καλλιέργειες στη χώρα μας, έχουν στρέψει το ενδιαφέρον στην καλλιέργεια υποτροπικών και τροπικών φρούτων.
Εξάλλου δυνατότητες εμπορικής εκμετάλλευσης των τριών αυτών εξωτικών φρούτων (αβοκάντο, μάνγκο και μπανάνα) υπάρχουν σε διάφορες περιοχές της χώρας που διαθέτουν ήπιες κλιματικές συνθήκες κατά τη διάρκεια του χειμώνα.
Το πιο σημαντικό στοιχείο που καθιστά ελκυστική την ενασχόληση με την καλλιέργεια τροπικών φυτών είναι ότι τα φρούτα αυτά παρουσιάζουν τα τελευταία χρόνια διαρκώς αυξανόμενη ζήτηση στις αγορές της Ευρώπης, την ίδια ώρα που η προσφορά τους είναι ιδιαιτέρως μικρή.
Μάλιστα, το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης σχεδιάζει την προώθηση της καλλιέργειας υποτροπικών φυτών με διάφορες ενέργειες, προκειμένου να αντικατασταθούν μη βιώσιμες καλλιέργειες και να δοθεί η δυνατότητα ανάπτυξης εναλλακτικών καλλιεργειών των οποίων τα προϊόντα παρουσιάζουν αυξημένη ζήτηση στην αγορά και εξασφαλίζουν ικανοποιητικό γεωργικό εισόδημα.
Οι αυξημένες ανάγκες της μπανάνας σε νερό πρέπει να καλύπτονται με άρδευση, όταν οι βροχοπτώσεις δεν επαρκούν, καθώς ακόμα και σύντομες περίοδοι ανομβρίας υποβαθμίζουν την ποιότητα των καρπών
Λόγω του ειδικού μικροκλίματος που απαιτούν τα φυτά αυτά για να αναπτυχθούν, είναι πολύ συγκεκριμένες οι περιοχές στην Ευρώπη που θεωρούνται κατάλληλες για την καλλιέργειά τους. Οι εισαγωγές δεν καλύπτουν τη ζήτηση που υπάρχει, τόσο από την ευρωπαϊκή όσο και από την ελληνική αγορά.
Τα τροπικά και υποτροπικά καρποφόρα δένδρα όπως είναι το αβοκάντο, το μάνγκο και η μπανάνα, έχουν καταγωγή και καλλιεργούνται σε εμπορική κλίμακα σε τροπικές και υποτροπικές περιοχές, έχουν μειωμένη ανθεκτικότητα στους παγετούς και δεν αναπτύσσονται σε θερμοκρασίες χαμηλότερες των 10°C. Τα τροπικά μπορούν να διακριθούν από τα υποτροπικά στο γεγονός ότι αφενός είναι πιο ευαίσθητα σε θερμοκρασίες χαμηλότερες των 20°C, αφετέρου χρειάζονται μέσο όρο θερμοκρασιών υψηλότερο των 10°C κατά τη διάρκεια του πιο κρύου μήνα του χρόνου.
Το μάνγκο είναι δένδρο αειθαλές, μεγάλου μεγέθους, ενώ ο καρπός του είναι μαλακός, με κίτρινη ή πορτοκαλί σάρκα. Συνήθως καταναλώνεται ως επιδόρπιο, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως κατεψυγμένος ή αποξηραμένος
Επιπλέον, τα περισσότερα τροπικά φυτά απαιτούν και υψηλή ατμοσφαιρική υγρασία. Κάποια από αυτά μπορούν να καλλιεργηθούν εξίσου καλά σε τροπικά και υποτροπικά κλίματα, όπως για παράδειγμα η μπανάνα και το αβοκάντο.
Ως τροπικό κλίμα χαρακτηρίζεται αυτό στο οποίο η μέση θερμοκρασία βρίσκεται περίπου στους 27°C, με τον θερμότερο μήνα να έχει λίγο υψηλότερη θερμοκρασία σε σχέση με τον πιο κρύο μήνα. Η διάρκεια της ημέρας είναι σχεδόν σταθερή καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, ενώ η πιο μεγάλη μέρα έχει διάρκεια 13 ωρών.
Ως υποτροπικό κλίμα χαρακτηρίζεται αυτό το οποίο έχει θερμότερα καλοκαίρια και ψυχρότερους χειμώνες σε σχέση με το τροπικό κλίμα και η σχετική υγρασία είναι χαμηλότερη. Η διάρκεια της ημέρας έχει μεγαλύτερες αυξομειώσεις κατά τη διάρκεια του έτους και η μέση θερμοκρασία του χειμώνα δεν είναι κάτω των 10°C.
Τα τροπικά και υποτροπικά φυτά που καλλιεργούνται σε όλο τον κόσμο χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: τα κύρια, που καλλιεργούνται στις περισσότερες τροπικές και υποτροπικές περιοχές και προορίζονται για εσωτερική κατανάλωση και εξαγωγή, και τα δευτερεύοντα, που καλλιεργούνται σε μικρότερη κλίμακα ενώ η αγορά τους είναι περιορισμένη ποσοτικά και γεωγραφικά.
Τα περισσότερα τροπικά και υποτροπικά φρούτα παίζουν σημαντικό ρόλο στη διατροφή διότι έχουν μεγάλη περιεκτικότητα σε ευρεία γκάμα βιταμινών και μεταλλικών στοιχείων.
Οι φαρμακευτικές ιδιότητες των τροπικών και υποτροπικών φρούτων είναι γνωστές στους κατοίκους των περιοχών καταγωγής τους και γι’ αυτό υπάρχουν πολλές συνταγές για αφεψήματα, σιρόπια, αλοιφές, ζελέδες, χυμούς κ.ά. Ωστόσο, ο κυριότερος τρόπος κατανάλωσης των τροπικών και υποτροπικών φρούτων είναι ως νωπά.
Τα τροπικά και υποτροπικά φρούτα είναι πλούσια σε πηκτίνη, φυτικές ίνες, κυτταρίνη και αντιοξειδωτικά. Επίσης τα περισσότερα έχουν λίγες θερμίδες (με εξαίρεση την μπανάνα και το αβοκάντο), γεγονός που τα καθιστά ελκυστικά για τον σύγχρονο καταναλωτή.
ΑΒΟΚΑΝΤΟ
Ανταγωνιστικές οι τιμές διάθεσης
Αν και η καλλιέργεια του αβοκάντο είναι περισσότερο αναπτυγμένη από των υπόλοιπων υποτροπικών φυτών στη χώρα μας, η ζήτηση είναι σαφώς μεγαλύτερη από την εγχώρια παραγωγή και καλύπτεται με εισαγωγές από τρίτες χώρες. Οι προοπτικές όμως για την καλλιέργεια αβοκάντο στη χώρα μας δεν εξαντλούνται στην εγχώρια κατανάλωση.
Η Ελλάδα βρίσκεται σε πλεονεκτικότερη θέση λόγω του μειωμένου κόστους μεταφοράς σε σχέση με άλλες χώρες που εξάγουν αβοκάντο στην Ευρώπη (ΗΠΑ, Ν. Αφρική κ.λπ.), οπότε η τιμή διάθεσης μπορεί να είναι πιο ανταγωνιστική.
Σύμφωνα με τους γνώστες της καλλιέργειας υποτροπικών φυτών, η καλλιέργεια του αβοκάντο στη χώρα μας θα μπορούσε να καταλάβει σε πρώτη φάση έκταση τουλάχιστον 30.000 τόνων καρπού για διάθεση στην αγορά οι οποίοι μπορούν να διατεθούν χωρίς δυσκολία εφόσον αναπτυχθεί σωστή εμπορία. Θετικό για τους Ελληνες παραγωγούς είναι αναμφισβήτητα το γεγονός ότι από τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης μόνο η Ελλάδα, η Ισπανία και η Πορτογαλία μπορούν να καλλιεργήσουν εμπορικά το αβοκάντο λόγω των εδαφολογικών-κλιματικών συνθηκών. Δεδομένης της πολύ υψηλής κατανάλωσης του προϊόντος στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, θεωρείται ένα από τα πιο σημαντικά εν δυνάμει εξαγώγιμα προϊόντα, με επιτακτική την ανάγκη αύξησης της εγχώριας παραγωγής.
Εξάλλου, θεωρείται σημαντική η γεωγραφική θέση της Ελλάδας, ειδικά σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες που εξάγουν τον καρπό στην Ευρωπαϊκή Ενωση, δηλαδή το Ισραήλ, τη Νότιο Αφρική και τις αμερικανικές χώρες.
Το συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας μας είναι το γεγονός ότι το κλίμα σε αρκετές περιοχές της χώρας είναι ιδανικό για την καλλιέργεια του αβοκάντο. Φαίνεται και από την καταγεγραμμένη μέση ετήσια απόδοση των εν λόγω εκμεταλλεύσεων της χώρας, η οποία ανέρχεται σε πάνω από 1.200 κιλά καρπών ανά στρέμμα.
Κάθε χρόνο στη χώρα μας καταναλώνονται περίπου 7.000 τόνοι αβοκάντο. Προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες της εγχώριας αγοράς απαιτείται η εισαγωγή περίπου 3.000 τόνων, ενώ από τους 5.200 τόνους που παράγονται στην Ελλάδα οι 1.200 τόνοι περίπου εξάγονται.
Καρπός
Το αβοκάντο είναι δένδρο αειθαλές, μεγάλου μεγέθους. Ο καρπός του αβοκάντο είναι απιοειδής, μεγάλου μεγέθους με ένα μεγάλο σπέρμα. Η σάρκα του είναι κιτρινωπή με γεύση βουτύρου κατά την ωρίμανση. Καταναλώνεται νωπός, ενώ το λάδι του χρησιμοποιείται ευρέως στη φαρμακευτική.
Το αβοκάντο πολλαπλασιάζεται με εμβολιασμό των επιθυμητών ποικιλιών σε υποκείμενα σπορόφυτα. Ευδοκιμεί σε περιοχές με ζεστά καλοκαίρια και ήπιους χειμώνες, απαλλαγμένες παγετών και ισχυρών ανέμων.
Απαιτεί καλλιέργεια σε εδάφη ελαφρά ή μέσης σύστασης, βαθιά και καλά αποστραγγιζόμενα με χαμηλή περιεκτικότητα σε άλατα. Εχει αυξημένες ανάγκες σε νερό και γι’ αυτό απαιτείται πότισμα σε περιοχές με περιορισμένες βροχοπτώσεις. Οι καρποί μετά την ωρίμανσή τους μπορούν να διατηρηθούν στο δένδρο για αρκετούς μήνες. Η συλλογή γίνεται με το χέρι και πραγματοποιείται σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους δεδομένου ότι υπάρχουν πρώιμες, μεσοπρώιμες και όψιμες ποικιλίες.
ΥΨΗΛΑ ΤΑ ΠΕΡΙΘΩΡΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΠΑΝΑΝΑ
Μόλις στο 5% της κατανάλωσης η εγχώρια παραγωγή
Η ετήσια παραγωγή μπανάνας στη χώρα μας ανέρχεται σε 4.000 τόνους περίπου, που αντιστοιχεί στο 5% της ετήσιας εγχώριας κατανάλωσης, γεγονός που φανερώνει ότι υπάρχουν μεγάλα περιθώρια για σημαντική αύξηση της εγχώριας παραγωγής.
Η μπανάνα είναι φυτό αειθαλές, ποώδες και πολυετές. Το βολβώδες ρίζωμα είναι το όργανο από το οποίο αναπτύσσονται οι ρίζες, τα φύλλα, τα άνθη και οι παραφυάδες του φυτού. Οι βάσεις των φύλλων είναι σφιχτά διατεταγμένες και αναπτυσσόμενες κατά πάχος σχηματίζουν τον κορμό ή ψευδοστέλεχος του φυτού. Συνήθως απαιτείται τεχνητή στήριξη του ψευδοστελέχους για να μη σπάσει λόγω του βάρους των καρπών ή των ισχυρών ανέμων. Η μπανάνα πολλαπλασιάζεται αγενώς με παραφυάδες, τμήματα κορμού μαζί με το ρίζωμα ή τεμάχια κορμού.
Απαιτήσεις
Το φυτό έχει μεγάλες απαιτήσεις σε θερμοκρασία και υγρασία. Η θερμοκρασία πρέπει να κυμαίνεται καθόλη τη διάρκεια του έτους μεταξύ 20°C και 35°C. Σε χαμηλότερες θερμοκρασίες υποβαθμίζεται η ποιότητα και μειώνεται η ποσότητα της παραγωγής. Σε θερμοκρασίες χαμηλότερες από 6°C τα φύλλα ζημιώνονται, ενώ στους 0°C καταστρέφονται ολοσχερώς.
Γι’ αυτόν τον λόγο ενδείκνυται η καλλιέργεια της μπανάνας στη χώρα μας υπό κάλυψη. Οι αυξημένες ανάγκες σε νερό πρέπει να καλύπτονται με άρδευση όταν οι βροχοπτώσεις δεν επαρκούν, καθώς ακόμα και σύντομες περίοδοι ανομβρίας υποβαθμίζουν την ποιότητα των καρπών. Η μπανάνα μπορεί να καλλιεργηθεί σε ποικιλία εδαφών, αλλά προτιμώνται τα βαθιά, καλοαεριζόμενα εδάφη με περιεκτικότητα αργίλου 30-55%.
Το κλάδεμα συνίσταται στην αφαίρεση παραφυάδων με σκοπό να παραμείνει το μητρικό φυτό και ένα θυγατρικό. Για τη διατήρηση της παραπάνω διαμόρφωσης απαιτείται τακτικός έλεγχος και άμεση αφαίρεση των παραφυάδων. Σημαντικό επίσης είναι να απομακρύνονται τα φύλλα που ακουμπούν στους καρπούς προκειμένου να μη δημιουργούν πληγές.
Συγκομιδή
Οι καρποί συγκομίζονται πλήρως ώριμοι για κατανάλωση σε τοπικές αγορές, ώριμοι κατά 90% για μεταφορά σε μικρή απόσταση και κατά 75% για μεταφορά σε μακρινούς προορισμούς. Η συγκομιδή γίνεται με αποκοπή ολόκληρου του τσαμπιού.
Η καλλιέργεια προωθείται στους νομούς της Κρήτης, των Κυκλάδων, της Δωδεκανήσου και της Λακωνίας, με τους κλώνους Grand Nain και Αρβης. Σε καλλιέργειες υπό κάλυψη συνίσταται η ομάδα χαμηλόκορμων ποικιλιών Cavendish.
ΜΑΝΓΚΟ
Καρποί πολύ καλής ποιότητας μπορούν να παραχθούν στην Ελλάδα
Τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί πολύ η ζήτηση του μάνγκο στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης αλλά και στην Ελλάδα. Στη χώρα μας το μάνγκο καλλιεργείται σε μικρή κλίμακα, ενώ τα μέχρι τώρα δεδομένα δείχνουν ότι μπορούν να παραχθούν καρποί πολύ καλής ποιότητας στις κατάλληλες περιοχές της Νότιας Ελλάδας. Το μάνγκο είναι δένδρο αειθαλές, μεγάλου μεγέθους.
Ο καρπός είναι μαλακός, με κίτρινη ή πορτοκαλί σάρκα και καλή γεύση και άρωμα. Συνήθως καταναλώνεται ως επιδόρπιο, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως κατεψυγμένος, αποξηραμένος, κονσερβοποιημένος ή για την παρασκευή μαρμελάδας. Οι περισσότερες ποικιλίες είναι αυτογόνιμες. Χαρακτηρίζεται από έντονη καρπόπτωση σε όλα τα στάδια και παρουσιάζει τάση διακύμανσης της παραγωγής από χρονιά σε χρονιά.
Πολλαπλασιασμός
Το μάνγκο πολλαπλασιάζεται με εμβολιασμό των επιθυμητών ποικιλιών σε σπορόφυτα ή κλωνικά υποκείμενα, ενώ δεν ενδείκνυται ο πολλαπλασιασμός με μοσχεύματα ή καταβολάδες.
Ιδανικές θερμοκρασίες θεωρούνται οι 24-27°C σε συνδυασμό με υψηλή ατμοσφαιρική υγρασία.
Τα ενήλικα δένδρα ζημιώνονται σε θερμοκρασίες κάτω από -4°C, ενώ αντίστοιχα τα νεαρά δενδρύλλια σε θερμοκρασίες κάτω από +0,6°C.
Το μάνγκο αναπτύσσεται σε εδάφη ελαφρά, μέσης σύστασης με καλή αποστράγγιση. Είναι φυτό με μέτριες απαιτήσεις σε νερό και συνήθως δεν απαιτείται άρδευση.
Τα δένδρα διαμορφώνονται σε κυπελλοειδές σχήμα και απαιτούν πολύ ελαφρό κλάδεμα. Η συγκομιδή γίνεται με το χέρι από Μάιο μέχρι Οκτώβριο ανάλογα με την ποικιλία.
ΠΟΥ ΘΑ ΑΠΕΥΘΥΝΘΩ
Διεύθυνση ΠΑΠ Δενδροκηπευτικής, Τμήμα Εσπεριδοειδών & Υποτροπικών Φυτών.
Διευθυντής: Αντώνης Κουντούρης, Γεωπόνος, αν. Προϊστάμενος Γεν. Δ/νσης Φυτικής Παραγωγής.
Πληροφορίες: Χαραλαμπία Μπαϊρακτάρη, Γεωπόνος, Προϊσταμένη τμήματος Εσπεριδοειδών & Υποτροπικών, τηλ.2102124216, email:ax2u150@minagric.gr.
Ευαγγελία Κουτσιουμάρη, Γεωπόνος MSc, τηλ.2102124219